Οι οριζόντιες επιδοτήσεις στο ρεύμα αποτελούν παρελθόν. Όσο λιγότερο καταναλώνει κανείς τόσο περισσότερο θα επιδοτείται. Η επιβράβευση μπαίνει και επίσημα στην ζωή μας. Τα τρία νέα κλιμάκια κατανάλωσης που ανακοινώνει αύριο η κυβέρνηση συναρτώνται άμεσα με τις επιδοτήσεις. Όσοι είναι στα κλιμάκια των υψηλών καταναλώσεων εφόσον μειώνουν τη χρήση ρεύματος κατά 15% σε σχέση με το ίδιο διάστημα πέρυσι θα ανεβαίνουν στο αμέσως επόμενο υψηλότερο ποσό επιδότησης.
Και κάπου εδώ αρχίζουν τα ερωτήματα που για μια άλλη χώρα θα είχαν απαντηθεί. Με τι στοιχεία θα συγκριθεί η κατανάλωση ενός νοικοκυριού που άλλαξε κατοικία, άρα και αριθμό παροχής ; Τι θα συμβεί αν ο φετινός Οκτώβριος είναι πιο ψυχρός από τον αντίστοιχο περυσινό, με αποτέλεσμα ο καταναλωτής αναγκαστεί να αυξήσει τη κατανάλωση ρεύματος, άρα δυσκολευτεί να πετύχει το στόχο του 15%;
Το κίνητρο του «μπόνους» πρόσθετης επιδότησης εφόσον οι καταναλωτές εξοικονομήσουν ρεύμα, είναι σίγουρα σημαντικό. Τα δεδομένα ωστόσο θα ήταν πολύ απλούστερα αν είχαν εγκατασταθεί και στην Ελλάδα, όπως στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, έξυπνοι μετρητές στα σπίτια. Ένα θέμα που συζητάμε από το 2014 , έχουν γίνει πολλοί μέχρι σήμερα άγονοι διαγωνισμοί και ακόμη σήμερα το εγχείρημα συνοδεύεται από καθυστερήσεις.
Αν για παράδειγμα οι 7 εκατομμύρια καταναλωτές διέθεταν έξυπνους μετρητές, ο διαχειριστής του δικτύου και οι πάροχοι θα είχαν πρόσβαση στα στοιχεία τωρινών και παλαιότερων μετρήσεων και καταναλώσεων. Διαθέτοντας μια ψηφιοποιημένη εικόνα, θα δίνονταν η δυνατότητα διαχείριση της ζήτησης μέσω της εφαρμογής πολυζωνικών τιμολογίων.
Στην ουσία οι προμηθευτές θα προσέφεραν σύνθετα πολυζωνικά τιμολόγια, όπως συμβαίνει σε πάρα πολλές ευρωπαϊκές χώρες, μέσω των οποίων ο καταναλωτής θα μπορούσε να μειώνει σημαντικά το κόστος ρεύματος, ανάλογα με τις ανάγκες του αλλά και εκείνες του συστήματος. Σε ώρες μεγάλης διαθεσιμότητας ενέργειας π.χ. από φωτοβολταϊκά ή αιολικά θα μπορούσε να επιβραβεύεται με χαμηλότερες τιμές, ενώ σε ώρες υψηλής ζήτησης θα χρεωνόταν περισσότερο. Το project του ΔΕΔΔΗΕ για την αντικατάσταση των 7,5 εκατομμυρίων μετρητών συνεχίζει να μετρά καθυστερήσεις.
Αποτέλεσμα των παραπάνω είναι ότι παρ’ ότι αναμένεται ισχυρή ανταπόκριση στο επιπλέον bonus της αυξημένης επιδοτήσης, εντούτοις μιας σειρά από πρακτικά ζητήματα θα περιορίσουν την αποτελεσματικότητά του. Η κυβέρνηση το γνωρίζει, γι’ αυτό και το βάρος της επιχείρησης «εξοικονόμηση» θα πέσει για μια ακόμη φορά στην βαριά βιομηχανία. Ενώ το μείγμα με το οποίο άλλες χώρες, θα επιχειρήσουν να κερδίσουν το στοίχημα της υποχρεωτικής μείωσης κατά 5% της κατανάλωσης που έθεσε η Κομισιόν, θα περιλαμβάνει τόσο βιομηχανία, όσο και καταναλωτές, στην Ελλάδα, το στοίχημα θα κριθεί κυρίως από την ανταπόκριση των ενεργοβόρων επιχειρήσεων. Δηλαδή τις 17 επιχειρήσεις, μεταξύ των οποίων τσιμεντοβιομηχανίες, μεταλλουργίες, βιομηχανίες αλουμινίου, προς τις οποίες έχει απευθυνθεί ήδη η κυβέρνηση ζητώντας τους να περικόπτουν σε καθημερινή βάση το φορτίο τους με αντάλλαγμα αποζημιώσεις.
Αν και το μοντέλο των δημοπρασιών περικοπής φορτίων στις οποίες καλούνται να συμμετάσχουν, εφαρμόζεται πανευρωπαϊκά – θα καλούνται να δηλώσουν τι φορτία μπορούν να μειώσουν και για πόσες ώρες- εντούτοις η ανταπόκρισή τους μένει να φανεί, καθώς η μείωση της παραγωγής τους μπορεί να έχει σημαντική επίπτωση για την ανταγωνιστική τους θέση διεθνώς.
Τηρουμένων των παραπάνω αναλογιών η κυβέρνηση θα επιχειρήσει να φέρει τα καλύτερα αποτελέσματα, ποντάροντας στην ανταπόκριση τόσων του επιχειρείν, όσο και των οικιακών καταναλωτών, κάτι που θα εξαρτηθεί από το ύψος της πρόσθετης επιδότησης το οποίο θα ανακοινώσει. Σύμφωνα με τις πληροφορίες θα δημιουργηθούν τρία κλιμάκια κατανάλωσης με τις επιδοτήσεις να κλιμακώνονται. Στη χαμηλή κατηγορία κατανάλωσης που εκτιμάται ότι θα είναι έως 500 Κιλοβατώρες το μήνα, το ύψος της επιδότησης θα είναι μεγαλύτερο. Στην ενδιάμεση (εκτιμάται στα επίπεδα έως 1000 κιλοβατώρες το μήνα) η ενίσχυση θα είναι λίγο χαμηλότερη και στο κλιμάκιο με τη μεγαλύτερη κατανάλωση η επιχορήγηση θα είναι η μικρότερη. Όσοι είναι στα κλιμάκια των υψηλών καταναλώσεων εφόσον μειώνουν τη χρήση ρεύματος κατά 15% σε σχέση με πέρυσι θα ανεβαίνουν στο αμέσως επόμενο υψηλότερο ποσό επιδότησης.
Γιώργος Φιντικάκης