Παναγιώτης Γαλάνης,
Δικηγόρος Περιβαλλοντικού – Πολεοδομικού Δικαίου, PhD, LLM
panagiotisgln@gmail.com
www.pgalanislaw.gr
Σε προηγούμενο άρθρο, είχαμε δει εγγύτερα τη διάκριση ιδιοκτησιακού και πολεοδομικού ζητήματος στη νομική πρακτική.
Στο παρόν άρθρο, εξετάζεται η σχέση των αναφυόμενων ζητημάτων της κυριότητας ακινήτου με την χορήγηση οικοδομικής άδειας.
Κατά γενικό κανόνα, μετά την χορήγηση οικοδομικής αδείας, δεν επιτρέπεται η ανάκληση της ή η διακοπή των βάσει αυτής εκτελουμένων οικοδομικώνεργασιών, εκτός αν διαπιστωθεί ότι η άδεια είναι παράνομη ή αν συντρέχει άλλος λόγος ανακλήσεως, ειδικώς προβλεπόμενος από το νόμο.
Η πράξη περί διακοπής των οικοδομικών εργασιών πρέπει να είναι ειδικώς αιτιολογημένη, να προσδιορίζει δηλαδή σαφώς τη νομική πλημμέλεια που αποδίδεται στην οικοδομική άδεια, ή τον άλλο λόγο που, σύμφωνα με τον νόμο, επιτρέπει τη διακοπή των οικοδομικών εργασιών (πρβλ. ΣτΕ 2433/2008, 4451/2005, 2678/2003, 157/2003, 3929/1997 κ.ά.).
Ωστόσο, ο κανόνας αυτός κάμπτεται, εφόσον εγερθούν σοβαρές αμφισβητήσεις ή αμφιβολίες ως προς την έκταση ή την κυριότητα του οικοπέδου, για το οποίο ζητείται να χορηγηθεί οικοδομική άδεια, ή ως προς την ύπαρξη εμπραγμάτων εν γένει δικαιωμάτων που επηρεάζουν τη δόμηση του οικοπέδου, η αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία, προκειμένου να αποφασίσει αν θα χορηγήσει ή όχι την οικοδομική άδεια, έχει υποχρέωση να εξετάσει και να κρίνει παρεμπιπτόντως το ζήτημα αυτό, του οποίου, πάντως, η τελική επίλυση ανήκει αποκλειστικά στα πολιτικά δικαστήρια (ΣτΕ 2628/2010)
Αναλόγως δε του πορίσματος της παρεμπίπτουσας αυτής έρευνας, οφείλει, εφόσον συντρέχουν και οι λοιπές νόμιμες προϋποθέσεις, να εκδώσει την άδεια ή να αρνηθεί τη χορήγηση της, μπορεί δε, καταρχήν, να προβεί και στην ανάκληση χορηγηθείσης αδείας (πρβλ. ΣτΕ 772/2001, 1192/2000, 4652/1997 κ.ά.).
Για περισσότερα, βλ. https://www.pgalanislaw.gr/blog/